
Ψηλή, ξανθιά, ρωσίδα ή βουλγάρα, γύρω στα 30, όχι ιδιαίτερα όμορφη αλλά εντυπωσιακή γυναίκα.
Είχε ξανθά, μακριά μαλλιά που μάζεψε ψηλά μόλις μπήκε, ήταν έντονα βαμμένη και δύο μεγάλοι ασημένιοι κρίκοι κρέμονταν στα αυτιά της.
Φορούσε τζιν κοντή φούστα, μαύρη μπλούζα που άφηνε έξω τον έναν ώμο, μαύρες ψηλοτάκουνες μπότες και μια μεγάλη τσάντα.
Πάντα παρατηρώ τα χέρια των ανθρώπων και τα δικά της δεν γινόταν να περάσουν απαρατήρητα. Είχε μακριά, όμορφα δάχτυλα με ψεύτικα νύχια που ήταν βαμμένα λευκά σαν ασβέστης και ήταν στολισμένα με στρας και χαντρούλες στην άκρη..
Μια εντυπωσιακή, άνετη γυναίκα που θέλησε να δοκιμάσει την τύχη της εκείνο το πρωινό.
Όταν μπήκε υπήρχαν έξι άντρες που κάθονταν στο βάθος του μαγαζιού, ήσυχοι, χαμένοι στο κόσμο τους.
Εκείνη κάθισε μπροστά, πήρε έναν καφέ, ακούμπησε τσιγάρα, κινητό, κλειδιά στο τραπέζι και ξεκίνησε να παίζει.
Ήταν ήρεμη, ευγενική και απόλυτα συγκεντρωμένη στο παιχνίδι, σαν να μην έβλεπε τι γινόταν γύρω της.
Μια αναστάτωση επικρατούσε από τη στιγμή που την είδαν.
Νευρικές κινήσεις, βλέμματα, χαμόγελα, ναζάκια, έπαιζαν τα δελτία ένα ένα για να έχουν την ευκαιρία να πηγαινοέρχονται και να περνούν μπροστά της.. αμηχανία και άτσαλες κινήσεις.
Σταμάτησαν οι σιγανές κουβεντούλες μεταξύ τους και οι πιο τολμηροί δοκίμασαν να πιάσουν συζήτηση με την όμορφη ξένη, αλλά τα ελληνικά της δεν βοήθησαν καθόλου.
Κάθισε δύο ώρες περίπου παίζοντας συστηματικά και συνετά, σε αντίθεση με τους άλλους που τρελάθηκαν και έχασαν την όποια ψυχραιμία είχαν.
Τελείωσε ο καφές της, τελείωσε και ο χρόνος, μάζεψε τα πράγματά της, έλυσε τα μαλλιά της, είπε γεια χαμογελαστή και έφυγε..
Σαν να αναστέναξαν μου φάνηκε και ηρέμησαν όλα έτσι απότομα.
-«Στο διάολο να πάει το βρωμοθήλυκο.. που ντύθηκε σαν πουτάνα πρωί πρωί και ήρθε να το παίξει γκόμενα» είπε αυτός που είχε χάσει τα περισσότερα..
-«Ε, ρε ξύλο που θέλουν μερικές..» είπε αυτός που έλιωσε στο πήγαινε-έλα..
-«Φαντάζομαι πού βρήκε τα λεφτά να παίξει…» άφησε το υπονοούμενο αυτός που είχε προσπαθήσει να της πιάσει κουβέντα…