20061128

δεν θέλω άλλο


Πού είστε όλοι?
Όλοι εσείς οι φίλοι που με τόσο προθυμία τρέξατε να πείτε τον καλό λόγο της παρηγοριάς, αν υποθέσουμε ότι υπάρχει..
Στα καλά μου σας χρειάζομαι, στις λύπες πρέπει να μένω μόνη.
Πόσα λόγια άχρηστα… ούτε στο τόσο δεν μαλάκωσαν την ψυχή μου.
Δεν σας θέλω άλλο.

20061126

λύσσα το λένε


-«Μου αρέσει η Κυριακή, δεν έχουμε σχολείο και θα έρθει ο πατέρας μου να με πάρει στις 11 ακριβώς» λέει ο μικρός γιος χοροπηδώντας στο σαλόνι.
-«Ε, κι αν δεν είναι 11 ακριβώς δεν χάλασε ο κόσμος» προσπαθώ να τον προετοιμάσω για την σίγουρη αργοπορία του «Στο σπίτι περιμένεις όχι στο δρόμο, ολόκληρη μέρα θα περάσετε μαζί.. άλλωστε μια Κυριακή έχει κι αυτός να κοιμηθεί λίγο παραπάνω…»
-«Όχι, όχι είπε 11 ακριβώς για να έχουμε όλη την μέρα δικιά μας» συνεχίζει ο μικρός και είναι τόσο σίγουρος ότι αυτή τη φορά δεν θα καθυστερήσει ο πατέρας του να έρθει να τον πάρει, που με πείθει κι εμένα στο τέλος.

1 το μεσημέρι Κυριακής, ο μικρός είναι έτοιμος από ώρα.
-«Άργησε ο μπαμπάς» λέει συννεφιασμένος «αλλά τι πειράζει? Μήπως στο δρόμο περιμένω? Μια Κυριακή έχει κι αυτός να κοιμηθεί…»
Λύσσα είναι η μόνη λέξη που μου έρχεται στο μυαλό για να περιγράψω τι αισθάνομαι όταν συμβαίνουν αυτά τα μικρά, ασήμαντα πραγματάκια….

20061125

παραμύθι


Μια μέρα συγκεντρώθηκαν σε κάποιο μέρος της γης όλα τα συναισθήματα και όλες οι αξίες του ανθρώπου.
Η Τρέλα αφού συστήθηκε 3 φορές στην Ανία της πρότεινε να παίξουν κρυφτό. Το Ενδιαφέρον σήκωσε το φρύδι και περίμενε να ακούσει ενώ η Περιέργεια χωρίς να μπορεί να κρατηθεί ρώτησε: 'Τι είναι το κρυφτό; Ο ενθουσιασμός άρχισε να χορεύει παρέα με την Ευφορία και η Χαρά άρχισε να πηδάει πάνω κάτω για να καταφέρει να πείσει το Δίλημμα και την Απάθεια οποία δεν την ενδιέφερε ποτέ τίποτα, να παίξουν κι αυτοί.
Αλλά υπήρχαν πολλοί που δεν ήθελαν να παίξουν: Η Αλήθεια δεν ήθελε να παίξει γιατί ήξερε ότι ούτως ή άλλως κάποια στιγμή θα την αποκάλυπταν, Υπεροψία έβρισκε το παιχνίδι χαζό και η Δειλία δεν ήθελε να ρισκάρει.
'Ένα, δύο, τρία, άρχισε να μετράει η Τρέλα. Η πρώτη που κρύφτηκε ήταν η Τεμπελιά. Μιας και βαριόταν κρύφτηκε στον πρώτο βράχο που συνάντησε. Η Πίστη πέταξε στους ουρανούς και η Ζήλια κρύφτηκε στην σκιά του Θριάμβου ο oποίος με την δύναμη του κατάφερε να σκαρφαλώσει στο πιο ψηλό δέντρο.
Η Γενναιοδωρία δεν μπορούσε να κρυφτεί γιατί κάθε μέρος που έβρισκε της φαινόταν υπέροχο μέρος για να κρυφτεί κάποιος άλλος φίλος της οπότε το άφηνε ελεύθερο. Και έτσι η Γενναιοδωρία κρύφτηκε σε μια ηλιαχτίδα.
Ο Εγωισμός αντιθέτως βρήκε αμέσως κρυψώνα ένα καλά κρυμμένο και βολικό μέρος μόνο για αυτόν. Το Ψέμα πήγε και κρύφτηκε στον πάτο του ωκεανού. Το Πάθος και ο Πόθος κρύφτηκαν μέσα σε ένα ηφαίστειο.
Ο Έρωτας δεν είχε βρει ακόμη κάπου να κρυφτεί. Έβρισκε όλες τις κρυψώνες πιασμένες, ώσπου βρήκε ένα θάμνο από τριαντάφυλλα και κρύφτηκε εκεί.....
1000, μέτρησε η Τρέλα και άρχισε να ψάχνει.
Την πρώτη που βρήκε ήταν η Τεμπελιά αφού δεν είχε κρυφτεί και πολύ μακριά. Μετά βρήκε την Πίστη που μίλαγε στον ουρανό με τον Θεό για θεολογία.
Ένιωσε τον ρυθμό του Πόθου και του Πάθους στο βάθος του ηφαιστείου και αφού βρήκε την Ζήλια δεν ήταν καθόλου δύσκολο να βρει και τον Θρίαμβο. Βρήκε πολύ εύκολα το Δίλημμα που δεν είχε ακόμη αποφασίσει που να κρυφτεί. Σιγά-σιγά τους βρήκε όλους εκτός από τον Έρωτα.
Η Τρέλα έψαχνε παντού, πίσω από κάθε δένδρο, κάτω από κάθε πέτρα, σε κάθε κορφή βουνού, μα τίποτα.
Όταν ήταν σχεδόν έτοιμη να τα παρατήσει βρήκε ένα θάμνο από τριαντάφυλλα και άρχισε να τον κουνάει νευρικά ώσπου άκουσε ένα βογκητό πόνου. Ήταν ο Έρωτας που τα αγκάθια από τα τριαντάφυλλα του είχαν πληγώσει τα μάτια.
Η Τρέλα δεν ήξερε πως να επανορθώσει, έκλαιγε, ζητούσε συγνώμη και στο τέλος υποσχέθηκε να γίνει ο οδηγός του Έρωτα.
Κι έτσι από τότε ο Έρωτας είναι πάντα τυφλός και η Τρέλα πάντα τον συνοδεύει.


Δεν ξέρω ποιος έγραψε αυτό το όμορφο παραμύθι, αλλά είναι από τα αγαπημένα μου.

you have killed me


Είναι το μυαλό που ταξιδεύει
Είναι ο Morrissey που θα με ταξιδέψει το βραδάκι
Είσαι εσύ που σκέφτομαι συνέχεια
Όμορφα πράγματα.



20061123

παράξενη οικογένεια

-«Παράξενη οικογένεια έχουμε» λέει ο μεγάλος γιος τρώγοντας το μεσημεριανό του καθισμένος μόνος του στο τραπέζι της κουζίνας.
«Σπάνια τρώμε όλοι μαζί, άλλος εδώ, άλλος στο δωμάτιό του… άλλες ώρες.. καμία σχέση με τις οικογένειες των άλλων. Έχουν πρόγραμμα αυτοί, εμείς είμαστε χύμα.. όποιος πεινάει, τρώει.»
-«Ναι, είμαστε λιγάκι περίεργοι εμείς» του απαντώ και νοιώθω το στομάχι μου να σφίγγετε.
Θυμάμαι πολύ καλά τα οικογενειακά τραπέζια τις Κυριακές όταν ήμουν παιδί, μαζευόμαστε όλοι, τρώγαμε, πίναμε, μιλούσαμε… όλοι μαζί. Τις καθημερινές τρώγαμε με την μάνα μας, περίμενε να σχολάσουμε και οι τρεις από το σχολείο και να φάμε παρέα.
Τώρα είναι όλα αλλιώς. Περίεργα ωράρια, χαλαρώσαμε γενικώς.
Δεν μπορώ να μην νοιώσω τύψεις.
-«Δε βαριέσαι» συνεχίζει βουτώντας ένα κομμάτι ψωμί στη σαλάτα «μπορεί να μην τρώμε μαζί αλλά μιλάμε τουλάχιστον»
Κάτι είναι κι αυτό, σκέφτομαι.

20061122

άνθρωποι..


Μπαίνει φουριόζα στο μαγαζί κρατώντας 3-4 τσάντες με ψώνια, ψωμιά, γάλατα, εφημερίδες, τα αφήνει κάτω προσεκτικά και περιμένει στη σειρά για να παίξει με τη τύχη της.
Φοράει παρδαλά ρούχα, κόκκινο κραγιόν, έχει μακριά κόκκινα βαμμένα νύχια, φοράει βραχιόλια, δαχτυλίδια, μεγάλα σκουλαρίκια και έχει τα μαλλιά της μαζεμένα με ένα τεράστιο ροζ φιόγκο.
Ψάχνει στο πορτοφόλι της χωρίς να κοιτάζει γύρω.
Έρχεται η σειρά της και ακόμα ψάχνει, περιμένω να μου πει τι θέλει και ακόμα ψάχνει στο ταλαιπωρημένο πορτοφολάκι της.
-«Μου λείπουν 10 λεπτά» λέει με μπάσα φωνή και με κοιτάζει μάλλον αγριεμένα.
-«Δεν πειράζει» της λέω «την άλλη φορά θα μου τα δώσετε» ξέροντας από πριν ότι δεν θα υπάρξει άλλη φορά.
-«Εντάξει, ευχαριστώ» μουρμουρίζει και παίρνει το τυχερό δελτίο στα χέρια της, το χώνει βαθιά στο πορτοφολάκι της και σκύβει να μαζέψει τις τσάντες.
Βγάζει ένα μικρό κουλουράκι, το ακουμπάει στον πάγκο μπροστά μου και λέει σχεδόν χαμογελαστά αυτή τη φορά:
«Δεν θα υπάρξει άλλη φορά, θα σε πληρώσω σε είδος, δεν έχω ελπίδες να κερδίσω αν χρωστάω, πώς θα μου δώσει αν δεν έχω δώσει πρώτα εγώ?»

20061121

αυτό το άτιμο

Χειρότερο από το να νοιώθουμε την μοναξιά σε όλο της το μεγαλείο είναι να έχουμε κάποιον πλάι μας και να τον κάνουμε να νοιώθει ότι δεν είναι ούτε στο τόσο σημαντικός στη ζωή μας.
Το τέρας μέσα μου μπορεί να το κάνει αυτό... μπορεί να βρει και τις δικαιολογίες..
Όταν θα κοιταχτεί στον καθρέφτη δεν θα υπάρχει λόγος αιτία και αφορμή.. μόνο το τέρας μέσα μου.
Έρχεται η ώρα που κοιτάμε βαθιά. Βλέπουμε την αλήθεια μας από άλλη μεριά και δεν είναι τόσο αλήθεια όσο νομίζαμε.
Έρχεται η ώρα που είμαστε αρκετά σοφοί για να δεχτούμε το παρελθόν, να το ρουφήξουμε, να το καταπιούμε.
Έρχεται η ώρα που το αύριο είναι χτες και μένει εκείνο το άτιμο "δεν πρόλαβα" να με τυρανάει.



Όμορφες μουσικές, μου θυμίζουν δρόμο.

φως


Έλειψα τρεις μέρες, ο μικρός γιος πέρασε αυτές τις μέρες με τον πατέρα του και ήταν μέσα στη τρελή χαρά.
-«Σου έλειψα καθόλου?» τον ρώτησα χτες
-«Καθόλου» μου απαντά χωρίς να σηκώσει το κεφάλι του από το παζλ που έφτιαχνε
-«Ωραία» του λέω και τον αγκαλιάζω σφιχτά
-«Η αγκαλιά σου μου έλειψε λιγάκι» μουρμουρίζει και εγώ λιώνω… κάθε φορά.



20061115

20061113

για μένα

Κι έτσι, σιγά σιγά, λέξη στη λέξη πλέκεται μια ιστορία.
Το μόνο αληθινό είναι το γεγονός.
Πλέκω στην μικρή ιστορία μου το γεγονός, την πραγματικότητα με δεκάδες μικρά, μεγάλα ψέμματα.
Όλα αυτά για μένα.
Όλο αυτό για να ικανοποιήσω εμένα.
Για όσα έχω πει, για όσα θα πω ακόμα, για όσα θα κάνω, για όσα θα προσποιηθώ ότι έκανα..
Όλα για μένα.




ωραία μέρα


Όταν έμαθα για τον γάμο, ένα φωτάκι άναψε στο μυαλό μου.
Όταν έμαθα που γίνεται, το φωτάκι δυνάμωσε και έγινε φως δυνατό, από αυτά που είναι αδύνατον να μην δεις.
Από κείνη τη στιγμή το φως δεν σταμάτησε να λάμπει, σαν οδηγός για να μην χαθώ στην πορεία, για να μου δείχνει τι θέλω να κάνω.
Είναι κάποιες Δευτέρες που μοιάζουν με αρχή..
Ωραία μέρα, ωραίος ήλιος, ωραία σχέδια.



20061111

η Στέλλα δεν ξέρει


Η Στέλλα ζει στην Κέρκυρα εδώ και πολλά χρόνια με την οικογένειά της. Αυτή και ο σύζυγός της είναι πολλοί καλοί φίλοι με τους γονείς μου.
Διακοπές στο νησί, γλέντια στα σπίτια τους, εκδρομές…
Μπορεί να μην βλέπονται συχνά λόγω της απόστασης, αλλά έχουν τακτική επικοινωνία.
Η Στέλλα είναι άρρωστη και ήρθε στην Αθήνα για να κάνει κάποιες εξετάσεις. Πρέπει να μείνει για λίγες μέρες και οι γονείς μου προσφέρθηκαν να την φιλοξενήσουν.
Είχα την εντύπωση ότι είχαν συνηθίσει στην ιδέα ότι η κόρη τους έχει χωρίσει πια και δεν είχαν πρόβλημα να το λένε… ειδικά στους φίλους τους που έχουν πει και μια κουβέντα παραπάνω.
Άλλαξα άποψη όταν είδα τον πατέρα μου να μου γνέφει να μην συνεχίσω αυτό που έλεγα μήπως και καταλάβει η Στέλλα ότι έχω χωρίσει.
Έμεινα έκπληκτη να τον κοιτάζω αλλά σταμάτησα για να μην τον φέρω σε δύσκολη θέση.
Όταν μείναμε μόνοι μας τον ρώτησα γιατί μου έγνεψε..
«Δεν ξέρει η φίλη σας ότι έχω χωρίσει? Δεν το έχετε πει? Τόσος καιρός έχει περάσει πια, τι περιμένετε? Νόμιζα είναι φίλη σας…» ερωτήσεις η μία πάνω στην άλλη μήπως καταλάβω την λογική του.
«Μην με παρεξηγείς κορίτσι μου» εξηγεί ο πατέρας μου «Δεν βρήκα την ευκαιρία να το πω ακόμα.. δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στο κόσμο να παραδεχτώ ότι η δική μου κόρη είναι ζωντοχήρα…»
Την σιχαίνομαι αυτή τη λέξη, ποτέ δεν κατάλαβα τι σημαίνει και ούτε θέλω να ξέρω.
Τελικά θα πάρει λίγο χρόνο ακόμα μέχρι να παραδεχτεί ο πατέρας μου ότι η δική του η κόρη χώρισε.. και ακόμα περισσότερο μέχρι να νοιώσει άνετα να το πει ανοικτά… αν γίνει ποτέ αυτό…
Έχουμε δρόμο ακόμα.

20061110

καλύτερα


«Εσύ δεν είσαι για τους ανθρώπους»
Κάθε φορά που άκουγα την φράση, σκεφτόμουν το ίδιο ακριβώς..
«Καλύτερα..»

20061109

μια βαριά λέξη


Κάποιες φορές, κάποιες λέξεις είναι τρομακτικές.
Είναι μόνο λέξεις και αν βάλω την λογική μπροστά θα δω ότι δεν έχουν τόση σημασία όσο η πραγματικότητα.
Και η πραγματικότητα δεν αλλάζει με λέξεις.
Η πραγματικότητα δεν χρειάζεται λέξεις.
Διαζύγιο.
Λέξη που δεν ξέρω αν σημαίνει τέλος ή αρχή.
Δεν αλλάζει τίποτα και αλλάζουν όλα.
Το βλέπω σαν ένα ακόμα κάτι που έχω αφήσει στη μέση και ήρθε η ώρα να τελειώσω.
Το τυπικό μέρος της υπόθεσης… το διαζύγιο.
Λέξη βαριά.
Ένα χαρτί που λέγεται διαζύγιο και είναι τόσο βαρύ όσο οι ζωές όλων μας μαζί.
Άραγε όταν το κρατήσω στα χέρια μου θα ελαφρύνει?

20061106

τρίχες



Περνώ έξω από το μπάνιο και βλέπω από την μισάνοιχτη πόρτα τον μικρό μου γιο να κοιτιέται στον καθρέφτη έχοντας βγάλει την μπλούζα του.
-«Τι κάνεις?» τον ρωτάω
-«Θέλω να δω αν έβγαλα τρίχες, ο φίλος μου ο Μιχάλης είπε ότι έχει βγάλει και εσύ είπες ότι είμαι μικρός ακόμα για τρίχες… αλλά ο Μιχάλης είναι σαν κι εμένα και εκείνος είπε ότι έβγαλε, εγώ γιατί δεν έχω?»
-«θα βγάλεις τρίχες, είσαι μικρός ακόμα. Κάνε λιγάκι υπομονή και θα δεις»
-«Μα ο Μιχάλης..»
-«Και ο Μιχάλης θα βγάλει αλλά όχι ακόμα. Τι σας έπιασε με τις τρίχες?»
-«Αρέσουν στην Δανάη… έτσι μας είπε…»

Δεν θα σχολιάσω την προτίμηση της μικρής Δανάης στους τριχωτούς, ούτε την βιασύνη των μικρών να μεγαλώσουν… θα έδινα πολλά όμως για να μάθω πώς έφτασε η κουβέντα των 8χρονων συμμαθητών στις τρίχες..

20061105

τυχερή Κυριακή


Όμορφη Κυριακή, ηλιόλουστη και κρύα.
Είναι από αυτές τις Κυριακές που όλα λένε φύγε.
Από νωρίς το πρωί άρχισε να μαζεύεται κόσμος στο μαγαζί, για κάποιους οι Κυριακές είναι συνδεδεμένες με το ποδόσφαιρο.
Για κάποιους άλλους είναι συνδεδεμένες με την τύχη.
Νοιώθουν τυχεροί τις Κυριακές και αφού δεν δουλεύουν, διαλέγουν να περάσουν το πρωινό της πιο χαλαρής, χουζούρικης μέρας της βδομάδας, προκαλώντας την τύχη τους.
Ο κυρ Αποστόλης είναι εδώ από την ώρα που έβαλα το κλειδί στην πόρτα και γράφει, συμπληρώνει δελτία.. αμέτρητα δελτία από σχεδόν όλα τα τυχερά και μη παιχνίδια που παίζονται σήμερα.
Μικρά ποσά, ασήμαντα αλλά τα παίζει όλα.
-«Καλή επιτυχία» του λέω
-«Δεν παίζω για να κερδίσω» απαντά εκείνος «Δεν περιμένω την επιτυχία… να περάσει η Κυριακή θέλω μόνο.. δεν αντέχω μόνος σπίτι…»
Για κάποιους οι Κυριακές είναι συνδεδεμένες με την μοναξιά και δεν την αντέχουν…
Χαίρομαι που δουλεύω σήμερα.


Μωβ λουλουδάκι από τον Αλέξη.

20061103

το φως του μπάνιου


Ένοιωσα κάπως περίεργα όταν έκανε λάθος και αντί να ανάψει το φως του μπάνιου, άναψε του δωματίου.. είναι δίπλα δίπλα.
Χαμογέλασα όταν με ρώτησε αν μπορεί να ανοίξει το ψυγείο να πάρει μια μπύρα και δεν τον άφησα… ήθελα να του προσφέρω εγώ μια.
Καλεσμένος, επισκέπτης στο σπίτι που φτιάξαμε μαζί.. εκείνος είχε διαλέξει που θα μπουν οι διακόπτες… κι όμως …. μπερδεύτηκε.. ξέχασε.
Φόρεσε το σακάκι του να φύγει και ασυναίσθητα άπλωσα το χέρι μου να του φτιάξω τον γιακά που τσαλακώθηκε.
Αμηχανία..
Πολλά χρόνια, μια ολόκληρη ζωή… πώς να συνηθίσει κανείς?
Πώς να ξεμάθει το σώμα?
Μερικές φορές το μυαλό τα πάει καλύτερα, μαθαίνει γρηγορότερα.


Λεβάντες... γιατί μου αρέσει το μωβ.